Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2009

Κοινωνική παρατήρηση και προβληματισμοί σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα


Το περασμένο Σάββατο πήγα με παρεούλα στο Ολυμπιακό Στάδιο, για να δούμε τον ποδοσφαιρικό αγώνα της Εθνικής μας Ομάδας με την αντίστοιχη ομάδα της Ουκρανίας.

Τα ποδοσφαιρικά γήπεδα είναι ένας χώρος που ενδείκνυται, όπως και κάθε συγκέντρωση μεγάλου πλήθους ανθρώπων, και για κοινωνική παρατήρηση, τόσο ατομικών εκδηλώσεων και συμπεριφορών, όσο και της εκδήλωσης της “ψυχολογίας του όχλου”. Σας διαβεβαιώνω, πάντως, ότι δεν πήγα “επί τούτοις”, αλλά αυτή η παρατήρηση “μου προέκυψε” (για άλλη μία φορά…)

Δεν ξέρω εάν και πόσοι άλλοι έκαναν, αντιστοίχως, τέτοιες ή διαφορετικές παρατηρήσεις από το σύνολο των περίπου 40.000 θεατών….

“Θεατές” έγραψα; Για να είμαι πιο ακριβής θα έπρεπε, ίσως, να γράψω ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν ήταν απλώς θεατές, αλλά μάλλον… “προπονητές ποδοσφαίρου”!... Και, πάντως, σε κάθε περίπτωση, άριστοι γνώστες του ποδοσφαίρου και των τεχνικών του.

[Παρένθεση: Τόσο από ραδιοφωνικούς σταθμούς, όσο και στον κοινωνικό μου περίγυρο, συχνά ακούω γνωστούς και αγνώστους που διατυπώνουν μια άποψη επί ποδοσφαιρικού θέματος, να τη συνοδεύουν με την μεγαλόστομη παρατήρηση: “Κοίτα να δεις: Δεν τα λέω τυχαία αυτά. Έχω ασχοληθεί ιδιαίτερα και γνωρίζω. Κι έχω παίξει και ποδόσφαιρο, οπότε τα γνωρίζω από μέσα, απ’ την πράξη”. Υποθέτω, λοιπόν, σε τέτοιες περιπτώσεις, ότι όλοι αυτοί οι σχολιαστές έχουν αποφοιτήσει τουλάχιστον από καμιά ποδοσφαιρική ομοσπονδία (λέμε τώρα!...) και, πάντως, δεν “έπαιζαν μπάλα” στο δημοτικό ή στο νηπιαγωγείο ή σ’ ένα γήπεδο 5x5, με φίλους, όπως όλοι εμείς οι υπόλοιποι, οι “κοινοί θνητοί”, που μας αρέσει λίγο – πολύ να βλέπουμε, από καιρού εις καιρόν, λίγο ποδόσφαιρο…]


Δύο – τρεις παρατηρήσεις μόνο, για την ώρα, κοινωνικής και όχι ποδοσφαιρικής φύσεως, απ’ το γήπεδο και το συγκεκριμένο ματς:

Η Ουκρανία, ως χώρα, καλώς ή κακώς, ελάχιστη σχέση είχε διαχρονικά και έχει σήμερα με την Ελλάδα. Εκτός αν θα πρέπει να ανατρέξουμε, ίσως, στην αρχαιότητα και στις ελληνικές αποικίες του Εύξεινου Πόντου, ή στην προεπαναστατική Ελλάδα, την Οδησσό, την Φιλική Εταιρεία κ.λπ., ή στον Κριμαϊκό Πόλεμο. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, όλα αυτά δεν δικαιολογούν κάποιο μίσος ή έχθρα προς την χώρα αυτή και τους κατοίκους της (όπως θα μπορούσε να φανταστεί ή και να υποθέσει, βασίμως, για κάποιες άλλες χώρες…) Αναρωτιέμαι, λοιπόν, πώς δικαιολογούνται τα “γιούχα” μεγάλης μερίδας θεατών, κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου της χώρας αυτής. Πάντα πίστευα ότι αυτά που από κάποιους άλλους, όποιους άλλους, (μπορεί να) είναι αντικείμενα σεβασμού, πίστης, ιερότητας κ.λπ. (:θρησκευτικά ή εθνικά σύμβολα ή αντικείμενα, πίστεις ή πεποιθήσεις κ.λπ.), οφείλουμε να τα σεβόμαστε και, πάντως, να μην τα θίγουμε καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Όχι μόνο διότι διαφορετικά μόνο προβλήματα μπορούν να δημιουργηθούν, αλλά κυρίως για λόγους αρχής!

Μεγάλη “γιούχα” και πολλά “ουουου” ακούστηκαν και κατά την παρουσίαση των παικτών της αντιπάλου ομάδας. Όσο πιο γνωστός και άξιος ήταν ο παίκτης, τόσο μεγαλύτερη η “γιούχα”, τόσο περισσότερα και πιο έντονα τα “ουουου”… Γιατί άραγε; Γιατί δεν άξιζε το χειροκρότημά μας οι άξιοι και ικανοί αντίπαλοί μας, ο Σεβτσένκο για παράδειγμα, που όλοι μας θα θέλαμε να τον έχουμε στην ομάδα μας (ως Έλληνα!...) ή θα ευχόμασταν να είχαμε στην εθνική μας ομάδα παρόμοιους καλούς και άξιους παίκτες;…


Όπως αποφάνθηκε, 5-10 λεπτά μετά την έναρξη του αγώνα, ένας λαλίστατος (και διασκεδαστικότατος) θεατής – “προπονητής” που καθόταν πίσω μας, η αντίπαλη ομάδα “είναι για να της βάλουμε 4 γκολάκια”. Αργότερα, βεβαίως, στην εξέλιξη του αγώνα, προχώρησε σε “εκπτώσεις” [:“ρίχτε τους 3 μπαλλάκια”…] και σε… “μεγάλες προσφορές” [:“βάλτε τους 1 γκολ να τελειώνουμε”…]. Στην πορεία, τόσον αυτός, όσο και πάρα πολλοί άλλοι θεατές – προπονητές – γνώστες, είχαν αρχίσει να σχολιάζουν και να κατηγορούν τους παίκτες της ομάδας μας. Μπορείτε να φανταστείτε πόσο συχνά ακούστηκε η φράση “αν ήμουν εγώ μέσα στο γήπεδο, θα έπαιζα καλύτερα απ’ αυτούς” και “την φάση που έχασε ο χασογκόλης, θα την είχα κάνει εύκολα γκολ”!...

Οι παίκτες που παίζουν στην Εθνική Ομάδα είναι, κατά τεκμήριο, οι καλύτεροι παίκτες που διαθέτουμε εδώ στην Ελλάδα. Έτσι πιστεύω. Κι έτσι θα πρέπει, νομίζω, να δεχθούμε, εκτός εάν όλες οι επιλογές είναι προϊόν του “συστήματος”, διασυνδέσεων, διαφημίσεως και προβολής, συλλόγων και παραγόντων και, γενικότερα, μικρών και μεγάλων “συνωμοσιών”. Γιατί να μην μπορούμε να παραδεχθούμε την κατάσταση; Γιατί να μην μπορούμε να ανεχθούμε, για παράδειγμα, ότι κάποιοι άλλοι μπορεί (λέμε τώρα!...) να είναι καλύτεροι από εμάς; (τουλάχιστον σε ένα τομέα ή σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, βρε αδελφέ!...). Όχι μόνο στα ποδοσφαιρικά, αλλά γενικότερα, σε διάφορες εκφάνσεις της ζωής μας…


Και κάτι ακόμα, τελευταίο (για την ώρα τουλάχιστον): Φαντάζομαι και υποθέτω ότι όλοι αυτοί οι θεατές που μουρμούριζαν και έβριζαν, που έκαναν κριτική προς τους παίκτες ότι “δεν αξίζουν” ή “δεν προσπαθούν”, ότι “δεν έχουν διάρκεια” κ.λπ., είναι, στον δικό τους τομέα έκαστος, άψογοι και ανεπίληπτοι! Γι’ αυτό έχουμε στην χώρα μας τους καλύτερους υπαλλήλους και, αντίστοιχα, την καλύτερη Διοίκηση… Γι’ αυτό δεν έχουμε ποτέ, όλοι μας, το παραμικρό “παράπονο” από μαστόρους κάθε είδους, υδραυλικούς, ηλεκτρολόγους, χτίστες, μπογιατζήδες κ.λπ. κ.λπ…..


Ελλαδάραααααααα!